Περιγραφή του ιστολογίου

Στο παρόν ιστολόγιο μπορεί κανείς να βρει πρωτότυπα ερευνητικά και φιλοσοφικά κείμενα. Οι κατηγορίες (labels) του ιστολογίου είναι χαρακτηριστικές των φιλοσοφικών τάσεων που διέπουν τις αναρτήσεις. Παρότι οι τελευταίες δεν είναι συνήθως ολοκληρωμένες μελέτες, αλλά στοχαστικές παρεμβάσεις και σχόλια σε επιλεγμένα ζητήματα, αφορούν τη βιοθεωρία, την κοσμοθεωρία και τη γραμματολογία της παραδοσιακής σκέψης, της νεωτερικότητας και της μετανεωτερικότητας.

Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2008

Η ΘΕΣΗ ΚΑΙ Ο ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ


Όμως ποια η θέση που θα πρέπει να έχει ο άνθρωπος στον κόσμο, νοούμενου λίγο ή πολύ ως μία άλυσο στοιχείων και διαμορφωτικών αρχών; Πώς μπορεί να θεωρηθεί ότι λόγω της θέσης του στον κόσμο υφίσταται μία προοπτική; Για το μυστήριο και πρόβλημα που αποτελεί ο άνθρωπος και τη θέση και σκοπό του στον κόσμο - και κατ’ επέκταση στην πόλη - γράφτηκαν άπειρες σελίδες· μία από αυτές είναι το κάτωθι ουσιώδες και χαρακτηριστικό ποίημα του Άγγλου ποιητή Αλεξάντερ Πόουπ (Essay on Man, Epistle II, II.3-10, 13-18):

Τοποθετημένος σε αυτόν τον ισθμό μίας μέσης κατάστασης,
Ένα ον σκοτεινά σοφό και αγενώς μεγάλο,
Με πάρα πολύ γνώση για την σκεπτική πλευρά,
Με πάρα πολύ αδυναμία για τη στωική υπερηφάνεια,
Κρέμεται στο μεταξύ· σε αμφιβολία για το εάν θα πράξει ή θα σταθεί·
Σε αμφιβολία για το εάν θεωρήσει τον εαυτό του θεό ή θηρίο·
Σε αμφιβολία για το εάν προτιμήσει το νου ή το σώμα·
Γεννημένος για να πεθάνει και λογικευμένος μόνο για να λαθεύει·…
Χάος της Σκέψης και Πάθος όλα συγκεχυμένα,
Ακόμη από μόνος του κακομεταχειρισμένος ή απελευθερωμένος,
Δημιουργημένος κατά το ήμισυ να ανυψωθεί και κατά το ήμισυ να πέσει,
Μέγας κυρίαρχος όλων των πραγμάτων, ακόμη όμως μία λεία όλων·
Μόνος κριτής της Αλήθειας σε μία ατελείωτη εκτόξευση λάθους·
Η δόξα, το αστείο και το αίνιγμα του κόσμου.

Το ποίημα αυτό θέτει τον άνθρωπο στο μέσο μίας κλίμακας που αρχίζει από τον ανόργανο κόσμο για να οδηγηθεί έως τον ουράνιο και θεϊκό. Ο άνθρωπος θεωρείται μεταίχμιος σε αυτήν τη «μέση γη» στην οποία βρίσκεται. Αμφιταλαντεύεται και προβληματίζεται, διότι βρίσκεται ακριβώς στο μέσον. Πρόκειται για ένα «διπλό δόγμα» περί της κίνησης είτε προς τα πάνω είτε προς τα κάτω. Την πτώση διαδέχεται η άνοδος και τανάπαλιν. Η νεοπλατωνικές επιδράσεις σε αυτό το ποίημα είναι προφανείς. Με τη δυνατότητα της ανόδου και τη θεϊκή κορυφή της κλίμακας των όντων, οι προσπάθειες του ανθρώπου μοιάζουν να μην είναι άσκοπες και ματαιόσπουδες. Ισχύουν και αξιολογούνται μέσα σε αυτήν την κλίμακα, θετικά όταν ανέρχεται, και αρνητικά όταν κατέρχεται.
Η ιδέα της καθόδου και της επιστροφής, αναφέρεται στην πληρότητα και στη συνέχεια ενός κόσμου, του οποίου, ωστόσο, είδαμε την πλήρη απαγκίστρωση από αυτές, καθώς θεωρήθηκαν μόνο ως διανοητικές παρηγοριές. Μόνος και έρημος ο άνθρωπος των σημερινών πόλεων σκέφτεται συνέχεια χωρίς να έχει επίγνωση της μοίρας του. Με περισσή οίηση διατείνεται ότι ξέφυγε από την παγίδα της κλίμακας των όντων, αλλά ακόμη και ο Δαρβινισμός ή η ιδέα των εξωγήινων δεν θα μπορούσαν να προκύψουν, εάν δεν υπήρχε αυτό το δόγμα. Θεωρείται βέβαια σήμερα μία παρωχημένη αντίληψη του κόσμου. Κάποτε δεν επέτρεπε την κινητικότητα, παίζοντας έναν συντηρητικό και αντιδραστικό ρόλο. Επέτρεπε όμως να ανθίσει η μεταφυσική ελπίδα. Άφηνε τον άνθρωπο να νομίζει ότι, όσο χοϊκός και εάν είναι, όσο φθαρτός και εφήμερος, πάντα μπορεί να ανέλθει. Η σημερινή κινητικότητα, η μαζική δημοκρατία του τέλους του αιώνα που πέρασε, καθώς και η άνοδος της εποχής της πληροφορίας ή του πλανητικού χωριού, μόνο φαινομενικά υποσκελίζουν την ιδέα της συνέχειας και της διαβάθμισης. Μπορεί πλέον να μην μιλάμε για κλίμακα, αλλά ήδη στο μεταμοντερνισμό υπήρχε μία δαψίλεια αναφορών για τα επίπεδα του λόγου· και τι άλλο είναι αυτά τα επίπεδα παρά μία αλυσίδα σχέσεων, τάξεων και βαθμίδων; Η μεταφυσική δομοκρατία των υποστάσεων του νεοπλατωνισμού ανέκυψε και πάλι ως μία δομοκρατία του λόγου κατά τη μεταμοντέρνα εποχή. Άλλωστε ακόμη και στο νεοπλατωνισμό είναι ο λόγος ως διαμεσολαβητική αρχή που ορίζει τις σχέσεις των υποστάσεων μεταξύ τους.
Όταν υπάρχει μία θέση για τον άνθρωπο στη μεταφυσική κλίμακα υπάρχει σκοπός, τέλος, αρχή, δύναμη, ενότητα, λόγος, κίνηση, προοπτική, βεβαιότητα. Όταν η κλίμακα χάνεται, χάνεται μαζί της και μία ολόκληρη αυτοκρατορία: αυτή της σκοποθεσίας του υπερ-είναι, του πλατωνικού Αγαθού, του χριστιανικού Θεού, της υπεράρχιας πραγματικότητας που καθιστά σαφές το παίγνιο. Όταν αυτή η ιδέα εκλείπει ο κόσμος είναι άννοος. Το νόημα διασκορπίζεται σε ένα άκεντρο σύμπαν. Όμως, να που ακόμη και τότε μπορεί κανείς να διαγνώσει την ύπαρξη του όντως πραγματικού. Πώς; Π.χ. με την υπόθεση της ύπαρξης άλλων κόσμων, άλλων πλανητών που κατοικούνται από διαφορετικές μορφές ζωής: τότε η θεώρηση του σύμπαντος ως ένα όλο χωρίς αρχή και τέλος, γίνεται επίσης υποστηρικτική της αρχής της πληρότητας των, τώρα όχι επιπέδων, αλλά διαφορετικών κόσμων. Είτε ο άνθρωπος μοιάζει να εκμηδενίζεται από τις διαστάσεις του σύμπαντος, είτε κομπορρημονεί ως το κέντρο του, όλα συμβαίνουν μέσα σε αυτό το plenum· το άπειρο είναι απροσέγγιστο, αλλά υποβοηθά στην κατανόηση της θέσης στην κλίμακα με τον ένα και μοναδικό σκοπό: την προοπτική του ανθρώπου να γνωρίσει αυτό το άπειρο σε δύναμη, που βρίσκεται έξω από αυτόν, αλλά και μέσα του. Σκοπεύει, δηλαδή, το σύμπαν να γίνει κατανοητό και να συλληφθεί από τον άνθρωπο; Εάν όχι, ποιος είναι ο σκοπός του ανθρώπου σε αυτό το άσκοπο και άκεντρο όλο; Εάν το σύμπαν είναι ενιαίο, ο άνθρωπος περιμένει να προσπελάσει την αλήθεια του. Εάν όχι, και πάλι σκοπεύει, μόνος και έρημος σε αυτό που θεωρεί σκοπό του.
Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς – όπως προ-ειπώθηκε - ότι και η ιδέα ή το μοτίβο της κλίμακας και της αλύσου των όντων, εντός της οποίας εντάσσεται σε ένα μέσο επίπεδο ο άνθρωπος, αποτελεί μία ακόμη παρωχημένη αυταπάτη. Μπορεί άραγε ο άνθρωπος να φανταστεί τον εαυτό του με διαφορετικό τρόπο και να υπάρξει διαφορετικά; Η δύναμη της αρχής της μεσότητας, η γοητεία αυτή του μεθορίου ή του αμφιβίου, όσον αφορά τον άνθρωπο, θεωρείται σήμερα ένας μεταφυσικός μύθος. Στην εποχή της απομύθευσης των πάντων, τι άλλο θα περίμενε κανείς. Το μεγάλο όμως ερώτημα δεν είναι εάν ισχύει αυτή η κλίμακα, αλλά εάν, ισχυριζόμενος κανείς ότι δεν ισχύει η θεωρία της κλίμακας, όπου ο άνθρωπος ταλαντεύεται προς τα πάνω ή προς τα κάτω, έχει ήδη ενταχθεί σε αυτήν την κλίμακα. Με άλλα λόγια η άρνησή του προϋποθέτει ότι ο ίδιος βρίσκεται είτε υψηλά είτε χαμηλά σε αυτή την κλίμακα. Έχει και η ιδέα της αλύσου και της κλίμακας τις δικλείδες ασφαλείας της. Έτσι ο υποτιθέμενος κριτής και κατακριτής της κλίμακας, εάν περιφρονεί τους δυϊσμούς και την ύπαρξη της κλίμακας, τούτο οφείλεται κατά πρώτον – σύμφωνα με την αιτιολόγηση εκ των ένδον - στο ότι βρίσκεται υψηλά σε αυτή. Τότε μάλλον αγνοεί λόγω της θέσης του τα κατώτερα μέρη της κλίμακας. Άρα στέκει σε αυτό το επίπεδο πέραν του καλού και του κακού, πέραν κάθε αξιολογικής μεταφυσικής, σύμφωνα με το μοτίβο της κλίμακας, όχι λόγω του ότι αυτό δεν υπάρχει, αλλά διότι ο εν λόγω κριτής βρίσκεται σε σημείο τόσο μακρινό, ώστε δεν διακρίνει τίποτε άλλο. Έχει φτάσει δηλαδή εκεί όπου όλοι ποθούν να φτάσουν αλλά δεν μπορούν. Όμως στερείται αυτού του ουσιώδους στοιχείου που καθιστά την υψηλή του θέση άχρηστη: στερείται της αυτεπίγνωσης και κυρίως αγνοεί την ύπαρξη της κλίμακας. Άρα δεν έχει πλήρως συνειδητοποιήσει την πραγματικότητα της αλυσιδωτής οντολογικής ροής και κίνησης. Για τούτο η θέση του αμαυρώνεται.
Από την άλλη πάλι μπορεί κανείς να αγνοεί την ύπαρξη της κλίμακας λόγω του ότι βρίσκεται πολύ χαμηλά σε αυτήν. Δεν ομιλούμε μόνο για ηθικό ή πνευματικό μαρασμό. Αλλά συχνά για πραγματική άγνοια της ουσιώδους καθεστωτικής απόκλισης. Η απομάκρυνση από το νοητό με κατεύθυνση προς τη γήινη, νωθρή και θαμπή πραγματικότητα, σημαίνει ότι κάθε προσπάθεια να καθαρθεί το κομμάτι χρυσού, το οποίο ενέχει ο καθένας μας, από τις μιαρές προσμίξεις δεν πετυχαίνει. Η σκοτεινότητα της υλικής τρόπον τινά υπόστασης είναι αυτή που μειώνει την οντολογική της αξία. Η καταφρόνηση της ύπαρξης του Υψηλού, του Απείρου, του Ωραίου, της Αξίας και του Αιώνιου, συναντά τη γεώδη βαρύτητα.
Η στέρεα βάση και η πρακτική άραγε δεν λογαριάζουν ως προς τη σημασία που έχουν στην οντολογική κλίμακα; Όπως σε όλες τις φιλοσοφίας της αρχαιότητας και του Μεσαίωνα υπήρχε ο τομέας της ηθικής, έτσι και εδώ η πρακτική βάση στην κλίμακα εμπεριέχει μία αξία ανάλογη με αυτή των κανόνων και αρχών που στηρίζουν τη διανοητική προσπάθεια. Το θέμα είναι ότι η κλίμακα επιτρέπει την άνοδο χάρις σε μία πληρότητα, όχι μόνο πρακτική, λογική, γνωστική και ηθική, αλλά εκτός των άλλων και υπαρξιακή. Αυτή η τελευταία δεν είναι άλλη από τον μεταφυσικό οραματισμό του όντως όντος, της αληθινής πραγματικότητας που είναι νοητή αλλά συμπίπτει με ό,τι είναι· όχι κατά τον τρόπο που το λογικό ταυτίζεται με το πραγματικό, π.χ. στην Εγελιανή φιλοσοφία, αλλά με τον τρόπο που η ψυχή ανακαλύπτει τη διάχυσή της στο σύνολο του όντος, χωρίς να μιλάμε απαραίτητα για μία ανιμιστική θεώρηση του. Πιο πολύ η συνειδητοποίηση αυτή της ψυχής σχετίζεται με τον τρόπο που βλέπει τη δυνατότητα να παραμένει συνδεδεμένη με το πραγματικό, έτσι ώστε να μην χάνεται ο σύνδεσμος όλων των δομών και των αρχών που διέπουν το ζωντανό ον, δηλαδή όλων εμάς και όλου του υπαρκτού.