Ο ιταλός φιλόσοφος Τζιαμπαττίστα Βίκο (1688-1744) παρέμεινε αγνοημένος στην εποχή του, όταν έλαμπε το άστρο του Ντεκάρτ, αν και με βάση το γεγονός ότι χρησιμοποίησε τη φυσική και τα μαθηματικά στη φιλοσοφία μπορεί να συγκριθεί μαζί του. Η συνεισφορά του έγκειται στη συστηματική ερμηνεία των φιλολογικών, μυθολογικών και νομικών δεδομένων που η εποχή του κατείχε για την αρχαιότητα. Ήταν πεπεισμένος ότι μπορούσαν να αποτελέσουν ένα σώμα γνώσεων που υπόκειται σε σταθερούς και αναλλοίωτους κανόνες και αρχές. Το παράδοξο με το έργο του είναι ότι, ενώ εμφανίζεται βέβαιος για τις απόψεις του, προκαλεί συχνά άπειρες υποψίες, που ξεπηδούν από τις περίπλοκες και συχνά φωτεινές ερμηνείες του. Οι υποψίες που θα μπορούσαν να γεννηθούν από τις επτά όψεις της Νέας Επιστήμης είναι:
α) Η λογική πολιτική θεολογία της πρόνοιας μας υποψιάζει για το αναπόδραστο του περίκλειστου κόσμου και κοινωνίας όπου ζούμε.
β) Η φιλοσοφία περί της αυταρχίας προκαλεί την υποψία για την τυραννική καταγωγή των θεσμών και των σχέσεων εξουσίας.
γ) Η θεωρία περί θεϊκής καταγωγής των ανθρώπινων ιδεών συνδέεται με τη συντηρητική τάση εξαπάτησης στη βάση θεόπεμπτων και υπερφυσικών εντολών, που δεν χρησιμοποιούνταν πάντα με στόχο την προαγωγή των κοινωνιών, ούτε με δημιουργικό τρόπο. Το είδος φιλοσοφικής κριτικής που προωθείται στηρίζεται στη θεωρία περί μεγάλων προγόνων και ηγετών, οι οποίοι έζησαν σε μία εποχή μυθικής και ποιητικής σκέψης. Δεν βοηθά όμως στην κριτική αυτονομία του λόγου, αφού υποτίθεται ότι ενσαρκώνεται σε πρόσωπα περιβεβλημένα την εξουσία.
δ) Η ιδέα πάλι της αιώνιας ιστορίας καταργεί την ιδιαιτερότητα, θεωρώντας ως αιώνια μία εξελικτική πορεία που μπορεί να πάρει άπειρες άλλες μορφές.
ε) Ακόμη ένα σύστημα φυσικού νόμου των εθνών ναυαγεί εμπρός στην αδύνατη προς το παρόν αναγωγή των κοινωνικών νόμων σε τελεσίδικες φυσικές αιτίες.
στ) Τέλος, κάθε προσπάθεια ανακάλυψης της καταγωγής της παγκόσμιας ιστορίας προσκρούει στην αοριστία, λόγω έλλειψης συγκεκριμένων και απτών στοιχείων.
Ο Βίκο εισήγαγε μία θεωρία των κοινωνικών σχέσεων εξουσίας και μία ερμηνεία της καταγωγής τους. Προμηνύοντας τον Μάρξ, τον Νίτσε και τον Φρόιντ, μας υποψίασε ως προς την οπτική μας για τον αρχαίο κόσμο: είδε τη μυθολογία, τους νόμους, τη φιλοσοφία και τους θεσμούς του ως προερχόμενα από μία εποχή βαρβαρότητας. Από αυτήν την άποψη προέβλεψε την ερμηνεία του ιστορικού μέσα από ταξικές αντιθέσεις, αναγνώρισε στον ηρωικό χαρακτήρα των προσώπων των Ομηρικών επών μία μορφή «γενεαλογίας της ηθικής», ενώ φαντάστηκε ένα σχήμα γένεσης του θεσμού της οικογένειας βασισμένο στον pater familias και στην απεριόριστη εξουσία του.
Χρησιμοποίησε τη μαθηματική δομή της σκέψης του για να αποκωδικοποιήσει την αρχαιότητα, όταν την ίδια στιγμή παρουσίαζε μία εκ νέου συμβολοποίησή της. Ακόμη οδηγήθηκε στην πρώιμη απομυθοποίησή της, ενώ τότε αλλά και τώρα ακόμη λειτουργούν εν ονόματί της πάμπολλες εξιδανικεύσεις. Υποψιαζόμενος εντόνως την άβυσσο που έκρυβαν οι πολιτισμένες αρχαίες μορφοποιήσεις, δεν έγραψε μία ακόμη ιστορία, ούτε μία ακόμη φιλοσοφία της ιστορίας: έδωσε το στίγμα μίας απροκατάληπτης και ρηξικέλευθης ανάγνωσης των ριζών τους κόσμου του. Υπονομεύοντας την απλοϊκή πεποίθηση περί του αρχαίου ιδεώδους, σε μία εποχή που το είχε ανάγκη, έπεσε στην αφάνεια. Πάρ’ όλ’ αυτά, νοηματοδοτώντας το σύνολο της ιστορίας, έδωσε στον εαυτό του τη θέση όχι του κριτή, αλλά του αποστολέα ενός αποδομητικού μηνύματος, που καρποφόρησε ιδιαίτερα στη νεωτερικότητα, αλλά και στο σύγχρονο τρόπο πολύσημης θεώρησης του παρελθόντος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου