Περιγραφή του ιστολογίου

Στο παρόν ιστολόγιο μπορεί κανείς να βρει πρωτότυπα ερευνητικά και φιλοσοφικά κείμενα. Οι κατηγορίες (labels) του ιστολογίου είναι χαρακτηριστικές των φιλοσοφικών τάσεων που διέπουν τις αναρτήσεις. Παρότι οι τελευταίες δεν είναι συνήθως ολοκληρωμένες μελέτες, αλλά στοχαστικές παρεμβάσεις και σχόλια σε επιλεγμένα ζητήματα, αφορούν τη βιοθεωρία, την κοσμοθεωρία και τη γραμματολογία της παραδοσιακής σκέψης, της νεωτερικότητας και της μετανεωτερικότητας.

Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2011

ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ



Η κοινωνική πραγματικότητα στις κυριότερες εκφάνσεις της λειτουργεί με βάση τις ποικιλόμορφες σχέσεις της πόλης. Οι σχέσεις και οι δομικοί παράγοντες οργανώνουν και συγκροτούν τις εσωτερικότητες, έτσι ώστε να τις ενσωματώνουν στην ιστορική κίνηση προς τα εμπρός. Οι πόλεις δεν αποτελούνται, ωστόσο, μόνο από ετεροκίνητα και ετεροπροσδιορισμένα άτομα. Ο τρόπος που κανονικοποιούν, που θεσμοθετούν και που δομούν, προσφέρει άφθονη τροφή για σκέψη. Επίσης, επιτρέπει τη συχνή μετατόπιση προς χώρους, όπου η συνείδηση και ό,τι την περιλαμβάνει μπορεί να προσδιοριστεί ποικιλοτρόπως.Όμως τότε γιατί πολλοί σκεπτόμενοι άνθρωποι στρέφονται εναντίον τους; Γιατί προκαλούν όλη αυτήν τη δηλητηριώδη κριτική και το μένος; Η εξήγηση του φαινομένου της κριτικής απέναντι στα φαινόμενα που αποκαλούνται πόλεις έγκειται στο αναντίρρητο γεγονός ότι αποτελούν τις μεγαλύτερες και σημαντικότερες συγκεντρώσεις ανθρώπινης και υπερ-ανθρώπινης δύναμης που υπήρξε ποτέ. Η δύναμή τους, που ενίοτε πηγάζει από την ουσία τους, στηρίζεται στην ανηλεή νορμοποίηση και αντικειμενοποίηση των μελών τους. Πρόκειται για μία διαδικασία ελέγχου που μπορεί να χαρακτηριστεί με μία σειρά από ονόματα, η οποία, όση απάλυνση και εάν επιδεχθεί, παραμένει ολοφάνερα αυτό που είναι: μία παγίδευση των σκέψεων και των σωμάτων. Εκ πρώτης όψεως δεν διαφαίνεται κανένα νήμα που να μπορεί να οδηγήσει στην αληθινή, μόνιμη και σταθερή συμμετοχή στην αλήθεια, καθώς αυτή δεν μπορεί να ικανοποιήσει κανέναν, μέσα από την καθημερινή αυταπάτη. Εάν υπήρχαν κάποιοι που, διαμέσου της σκέψης και του λόγου, στόχευαν στο να επιτεθούν, να καταλύσουν, ίσως και να καταστρέψουν, αλλά ταυτόχρονα και να απελευθερώσουν τις γνησιότερες δυνάμεις των υπάρξεων μέσα στο χωροχρόνο των πόλεων, όλοι φάνηκαν να καταφεύγουν σε αδιέξοδες λύσεις, έστω και εντός της ιστορίας. Ο λόγος, που δια του λόγου δεν μπορεί να ξεπεραστεί αυτή η κατάσταση, εξηγείται από το νοηματικό φορτίο του ρήματος «μπορώ» και του ουσιαστικού «λόγος». Το πρώτο υποδηλώνει την κατεξοχήν αναζήτηση της δύναμης που διαρκώς έρχεται αντιμέτωπη με κάποια άλλη ή άλλες δυνάμεις. Άρα αυτοαναιρείται, εφόσον συνιστά μία ακόμη παγίδευση στο ιδεώδες της βούλησης για ισχύ. Όσο για το δεύτερο, είναι ακριβώς αυτή η αρχαιοελληνική σημασία του που ακυρώνει κάθε δια του λόγου προσπάθεια, εφόσον αφορά μία ακόμη μορφή λελογισμένης τάξης που προκύπτει από τη χρήση και την πρακτική εφαρμογή του.Απέναντι σε αυτή την ανέλπιδη και ματαιόσπουδη προσπάθεια αντιπαρατάξεων στο λόγο δια του λόγου και στην ισχύ δια της ισχύος, ποιο αληθινό φως να λάμψει και ποια προοπτική να διαφανεί; Όταν η μία κατάλυση φέρνει την άλλη και κάθε ανανέωση την επόμενη, το φως της θρησκευτικής αλογίας ή της αισθητικής τέρψης μπορεί εκ των έσω ή να εκβαρβαρώσει ή να εκλεπτύνει, ή ακόμη και να λυτρώσει; Η επαναστατικότητα μέσα σε δομημένο πλαίσιο είναι λοιπόν καταδικασμένη να αποτύχει; Εάν απομακρυνθεί κανείς από την επανάληψη σε τι να ελπίσει; Εάν λοιπόν ο συνειδητοποιημένος άνθρωπος αντιμετωπίζει μέσα από μία κριτικότητα τα δομημένα σύνολα, εάν προσπαθεί να αντεπεξέλθει μέσω διαβαθμίσεων ή ιεραρχιών στην πραγματικότητα των πόλεων, εάν ακόμη μοχθεί να καταστήσει δυνατό το αδύνατο, τότε βρίσκεται δυστυχώς πάλι στο σημείο από όπου ξεκίνησε. Εφόσον ο πλήρης έλεγχος του νου και της πόλης είναι αδύνατος και βέβαια απευκταίος, στο ίδιο αποτέλεσμα εκ του αντιστρόφου οδηγεί και η απόλυτη αναρχία και το ανεξέλεγκτο χάος· ανάμεσά τους η μετριοπάθεια μπορεί να οδηγήσει στη ρουτίνα και την καθημερινή έλλειψη πρωτοτυπίας και δημιουργικότητας. Συγκράτηση και απελευθέρωση, δομή και δημιουργία, λόγος και παράλογο, αλλά και η ανάμιξή τους, οδηγούν σε μία καθημερινή έμμονη συνέχεια. Έξω από κάθε μεταφυσική της πόλης, που μέσα στην πόλη φαίνεται να αναζητάται, έξω από αυτή την κίνηση προς την υπέρτατη Αγαθότητα που την αγαθύνει και μπορεί να την εκλαμπρύνει ίσως κάποτε, η πόλη στέκεται φρούριο για να φυλακίσει, αλλά και για να προστατεύσει τις προσδοκίες και τις δράσεις μας. Μέσα στον ορυμαγδό των πολύβουων λεωφόρων ή στην φαινομενική ησυχία των στενοσόκακων, ο διαβάτης συμμετέχει εκούσια ή ακούσια στην πολύπλοκη μετατροπή της φύσης από τον άνθρωπο. Οι πόλεις ορθώνονται περήφανα και θρασέως ως η πιο ολοφάνερη πραγματοποίηση της επιβολής του ανθρώπου πάνω στην φύση. Στρεφόμενος ο άνθρωπος ενάντια στη φύση, μέσα από την προσπάθεια εκμετάλλευσης της, ήρθε σε ρήξη με τον ίδιο τον εαυτό του. Οι μεγάλες μητροπόλεις τον διατηρούν και ταυτόχρονα τον αναλώνουν, προωθώντας την πρακτική που κάποτε προερχόταν από τους νόμους της φύσης, τους οποίους έχουν τώρα προσαρμόσει και αναδιαμορφώσει.Οι πόλεις ανοίγονται στο πεπρωμένο του ανθρώπου: ο τεχνητός ιστός τους στοιχειώνει τα όνειρα, τις αποφάσεις, τις κρίσεις, τις επιθυμίες μας. Είναι οι υποδοχείς και ταυτόχρονα οι κενοί χώροι μας. Μας περικυκλώνουν και μας φροντίζουν. Περιορίζουν τις επιδιώξεις, αλλά και μας γεννούν, μας μεγαλώνουν και μας μορφώνουν. Ο μητροπολιτικός κόσμος τους, άτεγκτος και απρόβλεπτος συνάμα, κάποτε μας τρομάζει και κάποτε μας εκπλήσσει. Τι μένει στις ψυχές από αυτήν την πολυπρόσωπη πραγματικότητα με τις συνεχείς διαπλοκές και τους ελιγμούς; Η ουσία και η σχέση εντός του θαυμαστού τους παιγνίου μεταμορφώνονται πολυεπίπεδα. Λαμβάνουν νέες νοηματοδοτήσεις, καθώς το γνωστό και καθιερωμένο συχνά ανατρέπονται.   Η κριτική στάση προς την πόλη, όταν δεν στρέφεται εναντίον της με στόχο να την αναιρέσει δια παντός, αποτελεί μία ανατρεπτική και βελτιωτική προσπάθεια. Μία κριτική θεωρία της πόλης θα διάνοιγε προοπτικές ουσιαστικής συμμετοχής στις μορφές με τις οποίες εκφράζεται το ιστορικό πνεύμα. Παλεύουμε με το χώρο, με το χρόνο, με κάθε υλική και φανταστική ή νοητή αντίσταση. Ο τόπος και ο χρόνος όπου διοχετεύονται οι βαθύτερες τάσεις, ορμές, κλίσεις, ανάγκες και χαώδεις ή αδιαμόρφωτες φαντασίες του εγκεφάλου είναι αυτή η πολύμορφη κοινωνική πραγματικότητα που δημιουργεί και επιτρέπει την δια του λόγου και εν κινήσει εκδήλωσή τους. Η ψυχολογική σημασία τους αφορά στο επίπεδο της άμεσης νομιμοποίησης τους και σχηματισμού τους, αλλά το πνευματικό τους νόημα μπορεί να το υπερβεί. Η λογική της δημιουργίας δεν επιβεβαιώνεται από αυτήν την ίδια, καθώς το αίτιο της έχει δύο ριζώματα: το γενικό και το ατομικό. Κάθε διέξοδος της επιθυμίας λοιπόν βρίσκεται κάποτε ανάμεσα σε αντικρουόμενες τάσεις, όταν δεν μπορεί να τις συμβιβάσει γόνιμα και συμφιλιωτικά. Η επιθυμία εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους, έτσι ώστε της διαφεύγει η αφοσίωση σε μία αρχή που να υπερέχει έναντι όλων των άλλων. Από την άλλη, το κυνήγι της δύναμης τη διαπερνά από άκρη σε άκρη. Το θέμα της δύναμης ή των δυνάμεων εντός των πόλεων δεν είναι παρά ένας ακόμη τρόπος να μιλάμε για πράγματα και ανθρώπους, που ακολουθούν τη φορά τους. Οι πρωτοφανείς και κάποτε αιφνίδιες εκπλήξεις οδηγούν συχνά στο συμπέρασμα ότι δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν η πραγματική δύναμη του επιθυμητικού τόπου, που στην ουσία είναι ένας μη-τόπος, μία άφατη πριν την φανέρωσή της, άχωρη, μη-ακόμη πραγματικότητα, που τείνει να εκδηλωθεί. Ωστόσο, ο τόπος της πόλης δεν είναι αυτός όπου η φανέρωση της επιθυμίας θα λάβει χώρα: είναι αντίθετα ο τόπος όπου η ρήξη απέναντι σε αυτήν μέσω της διαρκούς έλλειψης που τη συνοδεύει, φέρνει στο προσκήνιο την αναίρεσή της. Η επιθυμία δεν στοχεύει στην ταύτιση, ούτε την πληρότητα· είναι το ίδιο το ασυνείδητο και το ά-τοπο που μας καθιστούν επιλήσμονα όντα.Η βίωση των αληθινών αντιφάσεων, εντός των οποίων βυθιζόμαστε ανεπίγνωστα καθημερινά, είναι αυτή η διάνοιξη που ακυρώνει κάθε ουσιαστική επιθυμία. Η μόνη γνήσια επιθυμία εντός της πόλης δεν είναι παρά η αφθαρτοποίηση, όχι αυτού του συνονθυλεύματος πρόχειρων αναμνήσεων και στιγμών, ούτε των πρόσκαιρων επαφών που απλώς την αιχμαλωτίζουν σε ένα παίγνιο εν ου παικτοίς, αλλά της στάσης εντός του αληθινού προορισμού της. Ο προορισμός αυτός δεν συμπληρώνει απλώς την προσωρινή έλλειψη γνησιότητας. Είναι μοναδικός, επιτρέποντας την ένωση με το "πάντη απλούν". Είναι δυνατόν άραγε για την επιθυμία να προσεγγίσει κάτι απρόσιτο και ουσιαστικά άγνωστο; Και πώς να το ανακαλύψει εντός του ανελέητου βομβαρδισμού εντυπώσεων και παραστάσεων; Κλείνοντας τα μάτια, σφραγίζοντας το σύνολο των αισθήσεων, στρεφόμενοι ολοκληρωτικά σε μία παρουσία εντός του εαυτού, για πόσο μπορούμε να μείνουμε αμέτοχοι, όταν όλα στριφογυρίζουν με απίστευτη ταχύτητα παντού γύρω μας;