Η μεγαλύτερη από όλες τις σύγχρονες υποψίες, ότι δηλαδή πίσω από όλα δεν υπάρχει παρά το τίποτε, διακατείχε και κατάτρυχε τις ψυχές των αρχαίων Γνωστικών, όπως έδειξε ο γερμανοεβραίος Χανς Γιόνας. Διασταυρώνοντας τη σύγχρονη με την αρχαία ιστορία οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι η αίσθηση του ανοίκειου που μπορεί να προκληθεί στην ιδιαίτερη σχέση του ανθρώπου τόσο προς το μεταφυσικό κακό, όσο και προς την ερημιά της κοινωνικής και φυσικής πραγματικότητας, υποδηλώνει την ίδια τη μηδενιστική προβολή των αδυσώπητων και κάποτε τρομερών δυνάμεων, που πηγάζουν από πολύ μακριά και άγουν τις μοίρες χωρίς γνώση ή σκοπιμότητα. Το ανερώτημα που στοιχειώνει αυτήν την απαξίωση Θεού και κόσμου από τον άνθρωπο έχει ως κέντρο του αυτόν τον τελευταίο. Η προβολή από τον άνθρωπο του εαυτού του ως αρχή και μέτρο πάντων έχει δύο όψεις: μία θετική στο βαθμό που αναβαθμίζεται η ποιότητα της ζωής του, και μία αρνητική, καθώς τυφλώνεται από το είδωλό του και δεν αναγνωρίζει την αξία του διαφορετικού, αυτού που βρίσκεται πέραν και έξω από κάθε ανθρώπινο μέτρο σύγκρισης. Εξαιτίας του ανθρωποκεντρισμού της η ύπαρξη αγωνιά απέναντι σε όλα, αφού βλέπει παντού τον εαυτό της, αν και προφασίζεται ότι δεν βλέπει τίποτε.
Η Γνωστική υπερβολική παρέλαση τερατογονιών και δαιμονικών όντων σκοπεύει να συγκροτήσει ό,τι δεν εμπίπτει στις αισθήσεις, έτσι ώστε να τις προσβάλλει και να τις κινητοποιήσει δια της νοήσεως. Παράλληλα ο Γνωστικός υπαρξισμός, είτε λόγω της ασκητικής ηθικής, είτε από έναν ελευθέριο τρόπο του βίου, προσπαθεί να οδηγήσει στην εσωτερική έκσταση, όταν για τους ίδιους λόγους δεν αυτό-υπονομεύεται. Άλλες όψεις του έργου Χ. Γιόνας αντεπεξέρχονται παραδόξως στην ανοιχτή αυτή υπαρξιστική πρόκληση θέλοντας να εδραιώσουν μία ηθική της αυτοδυναμίας. Η προστακτική του υπεύθυνου υποκειμένου έχει προεξάρχοντα ρόλο. Ωστόσο, μία ηθική που θα παρέκαμπτε ή θα εναντιωνόταν στην τεχνολογική εξέλιξη υποδηλώνει την πνευματοκρατική μεμψιμοιρία που δεν μπορεί να ανεχθεί κάποια μετατόπιση του άξονα από το κοινωνικό και βιολογικό κέντρο – το οποίο αφανώς υποψιαζόταν η υπαρξιστική και Γνωστική μηδενιστική απαξίωση – προς το κέντρο της τεχνικής. Η τελευταία δεν στέκεται μόνο ως ουτοπική προέκταση όλων των άλλων επιπέδων, παρά ως διαρκώς και ταχύτατα ανανεωμένη νοητικού τύπου αναδημιουργία. Ουσιαστικά κάθε στροφή εναντίον της τεχνικής την επαναβεβαιώνει, στο βαθμό που η τελευταία αποτελεί μία μορφή ζωής, όπου ο άνθρωπος αλλάζει τη φύση στην οποία μετέχει και ο ίδιος.