Περιγραφή του ιστολογίου

Στο παρόν ιστολόγιο μπορεί κανείς να βρει πρωτότυπα ερευνητικά και φιλοσοφικά κείμενα. Οι κατηγορίες (labels) του ιστολογίου είναι χαρακτηριστικές των φιλοσοφικών τάσεων που διέπουν τις αναρτήσεις. Παρότι οι τελευταίες δεν είναι συνήθως ολοκληρωμένες μελέτες, αλλά στοχαστικές παρεμβάσεις και σχόλια σε επιλεγμένα ζητήματα, αφορούν τη βιοθεωρία, την κοσμοθεωρία και τη γραμματολογία της παραδοσιακής σκέψης, της νεωτερικότητας και της μετανεωτερικότητας.

Κυριακή 3 Μαΐου 2009

ΑΝΑΒΑΘΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΙΣ Η.Π.Α.


Η αναζωογόνηση των Βυζαντινών Σπουδών στις Η.Π.Α. πρέπει να παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον για τους συνδρομητές και τους φίλους της Ευρωπαϊκής Επιθεώρησης για την Επιστήμη και τη Θεολογία στις Ορθόδοξες χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης ιδιαίτερα.
Το Πανεπιστήμιο της Notre Dame, στην Ινδιάνα, έχει δεσμευτεί σοβαρά τα τελευταία χρόνια σε ένα πρόγραμμα που είναι αφιερωμένο στην αναβάθμιση των Βυζαντινών Σπουδών. Η Notre Dame αντιπροσωπεύει μία μακρά Αμερικανική λόγια παράδοση, που έχει τις ρίζες της στην Ευρωπαϊκή κληρονομιά μάθησης στη Θεολογία, τη Φιλοσοφία, την Ιστορία και τις Τέχνες. Μέσα στο πνεύμα αυτής της παράδοσης, η Notre Dame προσφέρει αξίες και γνώση στον κόσμο, που έγιναν αντιληπτές και διαμορφώθηκαν στον Μεσαίωνα.
Το πρόγραμμα για την αναβάθμιση των Βυζαντινών Σπουδών θα βοηθήσει να επέλθει ισορροπία στην παρουσίαση αυτής της κληρονομιάς που, για ιστορικούς λόγους, έμεινε εστιασμένη στη Δυτική Ευρωπαϊκή Λατινική και Καθολική παράδοση. Το συμπληρωματικό μέρος αυτής της παράδοσης, η Ελληνο-Βυζαντινή κληρονομιά, είναι ουσιαστικό για μία ισορροπημένη παρουσίαση και καλλιέργεια της μεσαιωνικής κληρονομιάς. Σήμερα, η Βυζαντινή σκέψη και οι εφαρμογές της στην πολιτική, την τέχνη και την καθημερινή ζωή αξιολογούνται ως μία αληθινά ανθρωπιστική προσέγγιση της ζωής.
Ιδιαίτερα, το Πανεπιστήμιο της Notre Dame αναλαμβάνει τις ακόλουθες πρωτοβουλίες: δύο νέες θέσεις του τμήματος της Βυζαντινής Ιστορίας και της Ιστορίας της Βυζαντινής Θεολογίας, δύο υποτροφίες για πτυχιούχους στις Βυζαντινές Σπουδές, δύο προγραμματισμένα κονδύλια για συνέδρια, συμπόσια και επισκέπτες ομιλητές, καθώς και κονδύλια για τη συντήρηση της Βυζαντινής συλλογής Μίλτων Ανάστος στη βιβλιοθήκη Hesburgh της Notre Dame.
Το Πανεπιστήμιο της Notre Dame είναι ιδεωδώς κατάλληλο και εφοδιασμένο για να καταστήσει την Ανατολική (Βυζαντινή) μεσαιωνική παράδοση ένα ενιαίο και αναπόσπαστο τμήμα διδασκαλίας και έρευνας. Οι εξαιρετικοί επιστήμονες της Σχολής (πάνω από 50 μέλη της Σχολής ενταγμένοι στο Μεσαιωνικό Ινστιτούτο των τμημάτων της Ιστορίας, Θεολογίας, Φιλοσοφίας, Ρομανικών Γλωσσών και Λογοτεχνιών, Γερμανικών, Κλασσικών Σπουδών, Ιστορίας της Τέχνης, Μουσικής· οι περισσότεροι ειδικευμένοι στο Δυτικό μεσαιωνικό πολιτισμό, ή στη σκέψη και τον πολιτισμό του μεσαιωνικού Ιουδαϊσμού ή του Ισλάμ) και τα έσοδα της Βιβλιοθήκης
Μίλτων Ανάστος διαμορφώνουν ένα σταθερό θεμέλιο για αυτήν την προσπάθεια. Η προσφορά του Μίλτων Β. Ανάστος (1909-1997), ο οποίος ανάλωσε ολόκληρη την ακαδημαϊκή του ζωή για να προσκομίσει τη Βυζαντινή σκέψη στο σύγχρονο ακροατήριο της Αμερικής και ο οποίος άφησε στη Notre Dame την καλύτερη ιδιωτική βιβλιοθήκη για το Βυζάντιο και την Ελληνική κληρονομιά στον κόσμο, είναι ιδιαίτερα παρήγορη. Η Συλλογή Ανάστος προσέθεσε πάνω από 40.000 τόμους και 50 περιοδικά στις ήδη εξαιρετικές συλλογές του Πανεπιστημίου για τις μεσαιωνικές σπουδές. Η Notre Dame τώρα κατέχει τη δεύτερη μεγαλύτερη (έπειτα μόνο από αυτές του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και του Dumbarton Oaks) συλλογή αφιερωμένη στις Βυζαντινές Σπουδές στις Η.Π.Α. Αυτός ο συνδυασμός της Σχολής και της βιβλιοθήκης καθιστά τη Notre Dame ιδεώδη τόπο για την καθιέρωση ενός ολοκληρωμένου κέντρου έρευνας και διδασκαλίας στις Βυζαντινές Σπουδές.
Οι Βυζαντινές Σπουδές είναι ένα πεδίο που συχνά παραβλέπεται και παρεξηγείται από τους ακαδημαϊκούς στη Δύση. Αυτό συμβαίνει δυστυχώς. Για περισσότερο από μία χιλιετία το Βυζάντιο ενσωμάτωσε και διέδωσε τους πλούσιους πολιτισμούς της Κλασσικής και Ελληνιστικής Ελλάδας, της Αρχαίας Ρώμης, της Μικράς Ασίας, του Πρώιμου Χριστιανισμού και του Σλαβικού κόσμου. Το Βυζάντιο έχει την αφετηρία του στο 330 μ.Χ., όταν τα εγκαίνια της Κωνσταντινούπολης (τώρα Ινσταμπούλ) σηματοδότησαν τη διαίρεση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας σε δύο τμήματα, το Ανατολικό και το Δυτικό. Όταν η Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία υπέκυψε στις βαρβαρικές εισβολές κατά τον ύστερο πέμπτο αιώνα, η Ανατολική Αυτοκρατορία με κέντρο την Κωνσταντινούπολη επιβίωσε και έγινε η καρδιά ενός ακμάζοντος πολιτισμού έως ότου κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς Τούρκους πάνω από χίλια έτη αργότερα το 1453. Ό,τι τώρα ονομάζουμε «Βυζαντινές Σπουδές» είναι στην πραγματικότητα Μεσαιωνικές Σπουδές, που επικεντρώνονται στο Ανατολικό μισό της παλιάς Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και στους γείτονές της.
Ο πλούτος της συγχώνευσης από το Βυζάντιο των Ελληνικών, Ρωμαϊκών και πρώιμων Χριστιανικών πολιτισμών υποτιμήθηκε στην Ευρώπη ύστερα από την Αναγέννηση. Μόνο κατά τον τελευταίο αιώνα οι επιστήμονες έχουν διαπιστώσει τον ιστορικό πλούτο του Βυζαντινού πολιτισμού και των αυθεντικών και ειδικών επιτευγμάτων του. Παρ’ όλη αυτή την αλλαγή της κατανόησης παραμένει σπάνιο για ένα Πανεπιστήμιο να έχει παραπάνω από έναν ή δύο Βυζαντινολόγους στα τμήματά του. Όπου υπάρχουν Βυζαντινολόγοι, τείνουν να είναι είτε ιστορικοί είτε ιστορικοί της Τέχνης. Αναπτύσσοντας τις ήδη υπολογίσιμες δυνάμεις της στην Ιστορία, τη Φιλοσοφία, τη Θεολογία και τη Λογοτεχνία της Ύστερης Αρχαιότητας και του Δυτικού Μεσαίωνα, η Notre Dame ευελπιστεί να δημιουργήσει ένα ολοκληρωμένο κέντρο για τις Βυζαντινές Σπουδές κάτω από την ομπρέλα του Μεσαιωνικού Ινστιτούτου.
Άπαξ η Notre Dame βρεθεί στη θέση να αναλάβει το ρόλο ενός ηγετικού εκπαιδευτικού έργου των Βυζαντινών Σπουδών, αναμένεται να ελκύσει Αμερικανούς σπουδαστές με καταγωγή από την Ελλάδα και άλλα μέρη της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, οι οποίοι ενδιαφέρονται να μελετήσουν την πολιτιστική τους κληρονομιά. Η καλλιέργεια στενής ακαδημαϊκής συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή επιστημονική κοινότητα, όπως αποδείχτηκε από το δεύτερο Συνέδριο πάνω στη «Βυζαντινή Ιστορία των Ιδεών» του Φεβρουαρίου 2006, το οποίο αφιερώθηκε στο Μεσαιωνικό Ελληνικό Υπομνηματισμό για τα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη, είναι πολύ εμψυχωτικό πράγματι. Οι δημοσιεύσεις που παρουσιάστηκαν έπειτα από το πρώτο συνέδριο (Reading Michael Psellos, edited by Charles Barber και David Jenkins, Leiden-Boston, Brill, The Medieval Mediterranean, vol. 61, 2006, p. 255) εκτιμήθηκαν ιδιαίτερα από τη διεθνή επιστημονική κοινότητα.
Αυτή η περίσταση είναι κατάλληλη για να παρουσιάσω μία σημαντική δημοσίευση από τον καθηγητή Charles Barber, τον επικεφαλής του νέου Κέντρου Βυζαντινών Σπουδών στη Notre Dame. Ο τίτλος του: Figure and Likeness. On the Limits of Representation in Byzantine Iconoclasm, New Jersey, Princeton University Press 1964, 204 p. Ο Charles Barber είναι Καθηγητής της Τέχνης, της Ιστορίας της Τέχνης και του Σχεδίου του Πανεπιστημίου της Notre Dame.
Το Figure and Likeness παρουσιάζει μία προκλητική νέα περιγραφή της Βυζαντινής εικονομαχίας, τη θεμελιώδη κρίση στη Χριστιανική εικαστική αναπαράσταση κατά τον όγδοο και ένατο αιώνα, που καθόρισε τους όρους της σχέσης του Χριστιανισμού με τη ζωγραφισμένη εικόνα. Ο Barber απορρίπτει τις συμβατικές μεθόδους για την ανάλυση της κρίσης, που αναζητούν την προέλευσή της στους πολιτικούς και άλλους κοινωνικούς παράγοντες. Αντίθετα, υποστηρίζει, η εικονομαχία είναι πρωταρχικά ένα θέμα της Θεολογίας και της αισθητικής θεωρίας.
Εργαζόμενος ανάμεσα στα θεολογικά κείμενα και το εικαστικό υλικό, ο Barber καταδεικνύει ότι αμφισβητώντας την εγκυρότητα της εικονικής αναπαράστασης, οι εικονομάχοι έθεταν το ερώτημα: Πώς μπορεί μία εικόνα να απεικονίσει έναν ασύλληπτο Θεό; Σε απάντηση, οι εικονόφιλοι θεολόγοι σταδιακά ανέπτυξαν μία έννοια αναπαράστασης που διέκρινε το έργο τέχνης από το αντικείμενο που απεικόνιζε. Συνεπώς, ο Barber συμπεραίνει, αναγκάστηκαν να οδηγήσουν τη γλώσσα που περιέγραφε την εικόνα πέρα από αυτή της Θεολογίας. Αυτό το ουσιώδες βήμα επέτρεψε αυτούς τους Θεολόγους, από τους οποίους ο Πατριάρχης Νικηφόρος και ο Θεώδορος ο Στουδίτης ήταν οι περισσότερο σημαντικοί, να καθορίσουν και να υπερασπιστούν μία ιδιαίτερα Χριστιανική τέχνη.
Φωτίζοντας αυτό το αποτέλεσμα και επίσης προσφέροντας μία πλήρη και σαφώς αποδοσμένη περιγραφή των εικονομαχικών εννοιών της Χριστιανικής αναπαράστασης, ο Barber αποκαλύπτει ότι η έννοια της τέχνης ήταν πράγματι κεντρική για την εξέλιξη της εικονομαχίας. Οι συνέπειες αυτής της μελέτης φτάνουν αρκετά πιο πέρα από τη κρίση που ερμηνεύει. Ο Charles Barber αναθεωρεί θεμελιωδώς όχι μόνο την κατανόησή μας της Χριστιανικής ζωγραφικής στα χρόνια που διαδέχτηκαν τη εικονομαχική διαμάχη, αλλά επίσης της Χριστιανικής ζωγραφικής στους αιώνες που ακολούθησαν. Για τούτο περιμένουμε λοιπόν με μεγάλο ενδιαφέρον το επόμενο βιβλίο του Charles Barber, Art and Understanding in 11th century Byzantium


Λίνος Γ. Μπενάκης

ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΣΥΝΕΔΡΙΑ

3-4 Φεβρουαρίου 2006, Notre Dame, στις Η.Π.Α.: Δεύτερη Εξαμηνιαία Συνάντηση για τη Βυζαντινή Ιστορία των Ιδεών. Χορηγός: Το Μεσαιωνικό Ινστιτούτο και η Διεθνής Εταιρεία για τη Μελέτη της Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας (S.I.E.P.M.). Οργανωτές: Charles BARBER, David JENKINS και Kent EMERY, Jr.

«O Μεσαιωνικός Ελληνικός Υπομνηματισμός των Ηθικών Νικομαχείων»

Η Δεύτερη Εξαμηνιαία Συνάντηση για τη Βυζαντινή Ιστορία των Ιδεών πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο της Notre Dame στις 3-4 Φεβρουαρίου 2006. Τα Πρακτικά της Συνάντησης θα δοθούν στις εκδόσεις Brill, που εξέδωσαν τις μελέτες της Πρώτης Εξαμηνιαίας Συνάντησης Reading Michael Psellos (Ερμη-νεύοντας τον Μιχαήλ Ψελλό), 2006. Η Τρίτη Εξαμηνιαία Συνάντηση, που θα αφορά τα έργα και την σκέψη του Ιωάννου Ιταλού, σχεδιάζεται για τον Φεβρουάριο του 2008.
Ο Charles BARBER (Notre Dame) καλωσόρισε τους συμμετέχοντες στη Notre Dame και γνωστοποίησε τους χορηγούς της συνάντησης: το Μεσαιωνικό Ινστιτούτο του Πανεπιστημίου της Notre Dame, την Προπτυχιακή Σχολή και το Εργαστήριο για την Αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία.
Ο Peter FRANKOPAN (Οξφόρδη) ανέλαβε την πρώτη ομιλία με τίτλο «Το λογοτεχνικό, πολιτιστικό και πολιτικό περιεχόμενο του Υπομνήματος του Δωδέκατου αιώνα στα Ηθικά Νικομάχεια». O Frankopan έθεσε τα θεμελιώδη ερωτήματα σχετικά με το περιεχόμενο του Υπομνήματος: Ανατέθηκε πραγματικά από την Άννα Κομνηνή; Γιατί εστιάσθηκε στα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη; Γιατί συντέθηκε με ασυνεχή τρόπο; Ένα άγνωστο σώμα μελετητών συνεργάστηκε για τη σύνθεσή του;
Στην ομιλία του «Ο Ελληνισμός των Κομνηνών ανάμεσα στη Φιλοσοφία και στην Επιστημονικότητα» ο Αντώνης Καλδέλης (Columbus, OH) υποστήριξε, ότι το ενδιαφέρον του δωδέκατου αιώνα για τον Αριστοτέλη αντανακλά μία προσπάθεια να απαλυνθεί η σύγκρουση ανάμεσα στον Ελληνισμό και τον Χριστιανισμό, αφού ο Ελληνισμός, χάρη στον Μιχαήλ Ψελλό και τον Ιωάννη Ιταλό, είχε ταυτιστεί με τον Πλάτωνα και τις αιρετικές «εξορθολογικεύσεις» του Νεοπλατωνισμού.
Ο Charles BARBER (Notre Dame), με την εργασία «Ο Ευστράτιος Νικαίας για την Τέχνη», υποστήριξε ότι οι μακρές συζητήσεις του Ευστρατίου για τη λογική της ζωγραφικής τον οδήγησαν τελικά να μειώσει την αξία που παραδοσιακά αποδιδόταν από το Βυζάντιο στη γνώση που μετέφερε η ζωγραφική. Συγκεκριμένα, ο Ευστράτιος θεώρησε ότι η ζωγραφική είναι μικρότερης αξίας από ότι η φιλοσοφία ή η θεολογία.
Ο Michele TRIZIO (Μπάρι) παρέσχε μία λεπτομερή μελέτη του Νεοπλατωνισμού του Ευστρατίου, με τον τίτλο «Το ευρύτερο πλαίσιο του Ευστρατίου: Νεοπλατωνική πηγή υλικού στο Υπόμνημα του Ευστρατίου Νικαίας για τα Ηθικά Νικομάχεια VI» Επεσήμανε μία στενή ορολογική ομοιότητα σε ειδικές διατυπώσεις στον Πρόκλο όσον αφορά την αντίληψη, την αφαίρεση και τη νόηση.
Στη ομιλία του «Επανεξέταση του ορισμού του Ευστρατίου Νικαίας για το Ον» ο David JENKINS (Notre Dame) επανεξέτασε το φιλοσοφικό περιεχόμενο ενός μικρού έργου που αποδίδεται στον Ευστράτιο Νικαίας, το οποίο συχνά αναφέρεται ως ένδειξη για τον νομιναλισμό του και συμπέρανε ότι αν και το επιχείρημα του Ευστρατίου εμπεριέχει συγκεκριμένα Νεοπλατωνικές έννοιες, μόνο η πολεμική του ενάντια στο μονοφυσιτισμό απαιτούσε μία μονόπλευρη «νομιναλιστική» άποψη: περισσότερα από ένα καθόλου (φύση) μπορούν να συσχετιστούν με ένα υπάρχον καθ’ έκαστον (πρόσωπο).
Η Κατερίνα ΙΕΡΟΔΙΑΚΌΝΟΥ (Αθήνα), με το κείμενό της «Παρατηρήσεις στο Υπόμνημα του Μιχαήλ Εφεσίου για τα Ηθικά Νικομάχεια X» παρουσίασε κάποιες παραγράφους από τον Μιχαήλ Εφέσιο, όπου χρησιμοποιήθηκε το παράδειγμα της ιατρικής για να αποσαφηνισθούν οι διακρίσεις ανάμεσα στην επιστήμη, που απαιτεί τη γνώση των καθόλου και μία ικανότητα (δύναμις), που δεν την απαιτεί. Επεξέτεινε την διάκριση αυτή στην ερμηνεία του Εφεσίου της Αριστοτελικής ευδαιμονίας, συσχετίζοντας τον θεωρητικό τύπο, που τελειοποιείται από τον νου με τη γνώση των καθόλου, μία συσχέτιση που θεωρεί τον Αριστοτέλη με σαφώς Νεοπλατωνικούς όρους.
Στη ομιλία της «Πώς να ερμηνεύσουμε τον Σολοικισμό και τον Λατινισμό στο Υπόμνημα του Ανωνύμου για τα Ηθικά Νικομάχεια VII;» η Elizabeth FISHER (Ουάσιγκτον, D.C.) υπερασπίσθηκε το Ελληνικό ύφος του Ανωνύμου υπομνηματιστή του Βιβλίου VII ενάντια στην κριτική του Σλαϊερμάχερ και του Mercken, συμπεραίνοντας ότι το ύφος «δεν ήταν ακατάλληλο για την Κωνσταντινούπολη του πρώτου μισού του δωδέκατου αιώνα»
Η Συνάντηση ολοκληρώθηκε με μία στρογγυλή τράπεζα με θέμα τη Βυζαντινή φιλοσοφία υπό την αιγίδα της Διεθνούς Εταιρείας για τη Μελέτη της Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας. Σ’ αυτήν έλαβαν μέρος οι Sten EΒBESEN (Κοπεγχάγη), Andreas SPEER (Köln) και Kent EMERY, Jr. (Notre Dame).
O Adreas SPEER διάβασε ένα κείμενο, που υποβλήθηκε για την περίσταση αυτή από τον καθηγητή Georgi KAPRIEV (Σόφια), Πρόεδρο της Επιτροπής για τη Βυζαντινή Φιλοσοφία της Διεθνούς Εταιρείας για τη Μελέτη της Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας, που είχε τον τίτλο: «Η Σύγχρονη Έρευνα για τη Βυζαντινή Φιλοσοφία» (βλ. σσ. 3-13 του τόμου αυτού). Ο Kapriev περιέγραψε την ανάπτυξη αυτού του τομέα έρευνας και επεσήμανε τις ειδικές συμβολές των Krumbacher, Hunger, Tατάκη, Oehler, Podskalsky και Μπενάκη. Κατέληξε με την πρόταση, ότι «εισερχόμαστε σε μία έντονη φάση της επιστημονικής έρευνας για τη Βυζαντινή Φιλοσοφία. Κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης τα κείμενα που προσφέρουν μία γενική εξήγηση της Βυζαντινής Φιλοσοφίας θα είναι ολοένα και λιγότερα. Η επιστημονική έρευνα θα επικεντρωθεί στην εξερεύνηση συγκεκριμένων λεπτομερειών, δια μέσου διαφορετικών, κάποτε απροσδόκητων και προκλητικών απόψεων. Μία επέκταση των οριζόντων θα συμβεί αναμφισβήτητα, καθώς ανακαλύψεις απρόσμενων συνδέσεων, μέχρι τώρα όχι σοβαρά μελετημένων και νέων παραμέτρων της Βυζαντινής παράδοσης, θα καθιερωθούν».
Η Κατερίνα ΙΕΡΟΔΙΑΚΟΝΟΥ, Αντιπρόεδρος της Επιτροπής για την Βυζαντινή Φιλοσοφία της Διεθνούς Εταιρείας για τη Μελέτη της Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας με τη σειρά της διάβασε ένα πολυσέλιδο κείμενο σταλμένο από τον Λίνο Μπενάκη (Αθήνα) με τίτλο «Το Υπόμνημα του Ψελλού για τα Φυσικά του Αριστοτέλους.» (Ο Μπενάκης είναι o πρώτος Πρόεδρος της Επιτροπής της Διεθνούς Εταιρείας για τη Μελέτη της Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας, 1987-2002) Το κείμενο του Μπενάκη προλαμβάνει την δημοσίευσή του Γερμανικά στην editio princeps του Υπομνήματος του Ψελλού, το οποίο χαρακτηρίζει ως «αδιαμφισβήτητα το πιο σημαντικό του Βυζαντινού κόσμου για τον Αριστοτέλη, που περιμένει την έκδοσή του». Η έκδοση θα γίνει ως: Michael Psellos, Kommentar zur Physik des Aristoteles (Corpus Philosophorum Medii Aevi: Commentaria in Aristotelem Byzantina 5), Athens, The Academy of Athens, 2007.

Μέρος της συζήτησης του Panel επικεντρώθηκε στη δήλωση του Kapriev, πως διαφωνεί «με τη θέση του Λίνου Μπενάκη από το 2002, σύμφωνα με την οποία δεν είμαστε ακόμη έτοιμοι να αντικαταστήσουμε το έργο του Τατάκη με μία νέα, περισσότερο κατανοητή Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας.» Οι συμμετέχοντες συζήτησαν έντονα για το εάν έχει γίνει αρκετό έργο με τις πολλές ανέκδοτες πρωταρχικές πηγές και χειρόγραφα ώστε να δικαιολογούνται οι γενικεύσεις, που απαιτούνται σ’ αυτό το επίπεδο της ανάλυσης. Με αυτόν τον στόχο ο Sten Ebbesen εντυπωσίασε την συνάντηση, διερωτώμενος εάν το Πανεπιστήμιο της Notre Dame θα μπορούσε να θεωρηθεί το καταλληλότερο να βοηθήσει αυτό το έργο με το να γίνει η διεθνής Γραμματεία για την περιγραφή και συγκέντρωση των Βυζαντινών φιλοσοφικών χειρογράφων. Πρότεινε μάλιστα η αυξανόμενη δέσμευση της Notre Dame για τις Βυζαντινές σπουδές και η κατοχή της μεγάλης Βιβλιοθήκης του Μίλτων Ανάστος, καθώς και η κατοχή πλήρους σειράς μικροφίλμς της Αμβροσιανής Συλλογής των μεσαιωνικών χειρογράφων να την καταστήσουν ένα ιδεώδη συνεργάτη, εάν όχι ηγέτη, σε αυτήν την προσπάθεια.


Charles BARBER και David JENKINS (Notre Dame)

Από το Bulletin de Philosophie Médiévale της S.I.E.P.M. 48/2006