Μία άλλη μεγάλη πρόκληση που ανοίγεται είναι η προσπέλαση των ηθικών εννοιολογιών του παρελθόντος μέσα από ένα σύγχρονο εταστικό βλέμμα. Δεν πρόκειται για μία απλή ανάλυση της ηθικότητας της συμπεριφοράς, ούτε για την ιστορία των παραστάσεων, αλλά για την εξέταση κειμένων με θεσμική δύναμη, που εγκαθιδρύοντας μία κανοναρχία του βίου, ορίζουν την πολλαπλότητα της ανάπτυξής του. Η εμπειρία γίνεται το αντικείμενο ελέγχου και εξουσίας από ηθικούς κώδικες, που συνιστούν πρακτική (θρησκευτικά, νομικά, παιδαγωγικά, ιατρικά κείμενα κτλ.) συγκροτώντας το υποκείμενο ως συνειδητή αλλά και κυρίως ηθική υπόσταση σε σχέση με τους άλλους, αλλά προπαντός σε σχέση με τον εαυτό του (κλασσική αρχαιότητα).
Η επανανακάλυψη στην αρχαιότητα ενός πρακτικού λόγου, που οδηγεί στην (αυτο)δημιουργία της υποκειμενικότητας σύμφωνα με πρότυπα και ζωικές αξίες, επιτρέπει την εξιχνίαση μίας «προβληματοποίησης» του εαυτού μας κατά την προσπάθεια να καλλιεργήσει μία «αισθητική της ύπαρξης». Η ανάπτυξη τεχνικών αυτοδιαμόρφωσης, που οραματίζονται την αταξική τελείωση, αναβιώνει κατά την Αναγέννηση. Πιο πριν η χριστιανική κοσμοθεωρία, έχοντας παραλάβει την αρχαιοελληνική κληρονομιά, μεταβάλλει την τακτική ελέγχου, τη στοχοθεσία και την ουσία της. Η σεξουαλικότητα συνδέεται πια με την αμαρτία, την πτώση, το θάνατο, ενώ το ενδιαφέρον του ηθικού ελέγχου μετατοπίζεται από την τάξη στην επιθυμία. Η χριστιανική ποιμαντορία χαρακτηρίζεται από την οργάνωση ενός ολόκληρου κώδικα αυστηρότητας πάνω στη συμπεριφορά και μία αυστηρή οριοθέτηση της ηθικότητας της πράξης. Από την άλλη η αρχαιότητα επέτρεπε την ελευθερία του πολίτη ως προς την επιλογή του προτύπου ζωής, ενώ το βάρος της χειραγώγησης έπεφτε στην ατομική πάλη με τον εαυτό του κι όχι στον ενστερνισμό και την αποδοχή αυστηρών κανόνων ηθικής. Όλη αυτή η παραγωγή ηθικού λόγου περιστρέφεται γύρω από το υποκείμενο, τις δυνατότητες, τις επιλογές και την εκδηλωτικότητά του. Η σκοπιά του Φουκώ αφορά μία «ερμηνευτική του υποκειμένου» στη συγκεκριμένη του ιστορικότητα. Το πρόβλημα εστιάζεται στο πώς τιθασεύεται η ατομική δυναμικότητα για να συντελεστεί η δημιουργική λειτουργία. Το άτομο ανατέμνεται, διαλύεται στα υποτιθέμενα συστατικά του, ελέγχεται, ορίζεται. Η ηθική σκέψη προβλέπει μία δυνητική σειρά αποφάνσεων και κινήσεων απέναντι σε συνηθισμένες ή δυσεπίλυτες καταστάσεις του βίου.
Ένας επικίνδυνος, επίφοβος και νευραλγικός τομέας, που επιλέγεται για να μελετηθεί, η διαμόρφωση των ηθικών στάσεων και των διανοητικών προκαθορισμών τους είναι η σεξουαλικότητα. Στην Αρχαία Ελλάδα η ηθική ουσία (substance ethique) είναι τα «αφροδίσια», ενώ η κωδικοποίηση του προβλήματος έτσι ώστε να επιβληθεί έγκυρα και σταθερά αποτελεί τον τρόπο καθυπόταξης (mode d’assujettisment) που συνίσταται σε μία πολιτικοαισθητική επιλογή για τον καθένα. Το πιο σημαντικό όμως στην αρχαιότητα είναι η πρακτική του εαυτού (pratique de soi) ως μία ασκητική οργανωμένη γύρω από τρία πεδία: την υγεία του σώματος (Διαιτητική), την σύζυγο και την διεύθυνση των οικιακών υποθέσεων (Οικονομική), τον έρωτα των αγοριών (Ερωτική). Τέλος, απαραίτητο συμπλήρωμα η τελεολογία (teleologie) νοείται ως η λανθάνουσα σκοπιμότητα πίσω από κάθε ηθική συγκρότηση, και είναι το ιδεώδες του αυτοελέγχου, δηλαδή της άσκησης της εξουσίας στον εαυτό μας ως απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση της εξουσίας στον άλλο. Σε ευρύτερη διάσταση, το ζήτημα διασταυρώνεται με την αναζήτηση της αλήθειας, την δυνατότητα της ελευθερίας και το πρόβλημα της εξουσίας. Οι ηθικές έρευνες αποβλέπουν σε μία γενεαλογία, που έχει Νιτσεϊκές καταβολές. Ο μηχανισμός υποκειμενοποίησης της εξουσίας σε κάθε εποχή απαιτεί ξεχωριστή μελέτη ώστε να αναφανεί ο ηθικός του χαρακτήρας. Οι τέσσερις αυτές συνισταμένες της γενεαλογικής έρευνας, ο εαυτός μας, το σώμα, ο οίκος και ο έρωτας ορίζουν την ηθική της κλασσικής αρχαιότητας.
Στην συνέχεια ο χριστιανισμός μεταβάλλει το τετραπλό σύστημα ηθικοποίησης, οπότε η πρακτική του εαυτού μετατρέπεται σε μία μορφή αποκρυπτογράφησης και κάθαρσης, η σάρκα γίνεται η ηθική ουσία, ο τρόπος καθυπόταξης είναι ένας ηθικός νόμος εκπορευόμενος από το θείο, ενώ ο στόχος είναι η αθανασία ή η αγιότητα. Η ιστορία της ηθικής αποδεσμεύεται από τις υπόλοιπες παραμέτρους (οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικές) για να καταστεί το επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Έτσι ανέρχονται στην επιφάνεια εξουσιαστικά παίγνια ηθικής, που διεκδικούν το αληθινό, αλλά παγιδεύουν τη σκέψη και την πράξη.
Απόσπασμα από το άρθρο: «Μισέλ Φουκώ: Προς μία δομική ιστορία», Ελληνική Φιλοσοφική Επιθεώρηση, Τόμος 11, Τεύχος 33, Σεπτέμβριος 1994, 199-211