
Δεν είναι τυχαίο, επίσης, ότι ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες είχε περί πολλού το έργο αυτό του Τ.Γ. Νταν, αν και προσπάθησε να ανασκευάσει τη συλλογιστική του. Ιδιαίτερα επέμενε στη regressus ad infinitum των νοητών υποκειμένων-παρατηρητών, που ονειρεύονται περνώντας ο καθένας σε ένα νέο διαφορετικό χρόνο, αφού διακρίνεται ως πρώτος ο ένας χρόνος, δεύτερος ο άλλος, τρίτος ο άλλος και ούτω καθεξής. Οδηγήθηκε έτσι ο Νταν σε μία αθέμιτη τμήση του χρόνου που δεν βοηθά στον στόχο του να αποδείξει την ενιαία φύση του. Ο συγγραφέας πάντως, από όσο μπορεί κανείς να δει στο έργο του, υπερβαίνει αυτό το πρόβλημα με την τοποθέτηση ενός υπέρτατου γενικού παρατηρητή, εντός του οποίου περιέχονται όλα τα όνειρα που ονειρευόμαστε. Επίσης, κατά τον Μπόρχες, ο Νταν θεωρώντας ως δεδομένο ότι τα όνειρα προβλέπουν το μέλλον, πράγμα φυσικά που δεν γίνεται εύκολα πιστευτό, το μέλλον προϋπάρχει σε μία ενιαία μορφή με το παρόν και το παρελθόν στην ονειρική διάσταση, και μετατρέπεται κατά αυτόν τον τρόπο σε μία ακόμη διάσταση του χώρου – τούτο φαίνεται άλλωστε και από την επιρροή που δέχτηκε από την παρόμοια θέση του Τζώρτζ Χέρμπερτ Ουέλς στο περίφημο μυθιστόρημα του Η Μηχανή του Χρόνου. Έτσι κάθε ατομικό μέλλον γίνεται μία ακόμη γραμμή στον χώρο. Η απειρία του χρόνου, την οποία συσσωρευμένη θα πρέπει να έχει αυτό το στιγμιαίο χρονικό συνεχές, είναι ταυτόχρονα και μία απειρία εκτεινόμενη στο χώρο. Αυτό που αναγνωρίζει ο Μπόρχες ως θετικό και μάλιστα αισθητικά πολύ ευχάριστο στη θεωρία του Ντάν είναι ότι με αυτόν τον τρόπο, όταν ο καθένας μας κοιμάται και ονειρεύεται, γεύεται ήδη από τώρα την αιωνιότητα. Ό,τι ονειρευόμαστε, πλάθοντας μία ιστορία στον ύπνο μας, είναι το άμεσο χθες και το άμεσο αύριο. Μόνο που όλα γίνονται σε μία απόλυτη στιγμή.
Ο Μπόρχες αναφέρεται στον Πλωτίνο, αλλά αδυνατεί να διακρίνει τον συσχετισμό της ονειρικής απόλυτης στιγμής σε σχέση με την ψυχολογία των Εννεάδων, επειδή έχει στο νου του έναν ακίνητο και ψυχρό πλατωνικό κόσμο αρχετύπων. Ο νοητός κόσμος για τον Πλωτίνο ταυτίζεται με το αιώνιο, και όπως στον Πλάτωνα δεν έχει αρχή και τέλος. Ο Πλωτίνος όμως για να ξεφύγει από το χάσμα αιώνιου και έγχρονου καταφεύγει στην «εχρόνωση» της ψυχής, τόσο της ατομικής όσο και της καθολικής. Χάρη στην καθολική θεώρηση του κόσμου ως έμψυχου και ζωντανού όντος η χρονική στιγμή συνδέεται με την αιώνια διάρκεια. Η Ψυχή του Κόσμου κατέρχεται για να δημιουργήσει τον χρόνο, αλλά και –τόσο ως καθολική, όσο και ως ατομική- ανέρχεται για να αφθαρτοποιηθεί στα νερά του Σιλωάμ, κατά τον Γκαστόν Μπάσελαρ (Η εποπτεία της στιγμής). Είναι αυτή η έξαρση και έκσταση της ατομικής ψυχής που μετουσιώνει τον χρόνο σε αιώνια και νοητή ουσία.
Όμως η καινοτομία του Πλωτίνου δεν έγκειται μόνο σε αυτό, εφόσον η Ψυχή του Κόσμου και η Υπόσταση της Ψυχής κατά την καθοδική απορροή των υποστάσεων παράγουν κατ’ ανάγκην τον αισθητό κόσμο, άρα και τον χρόνο. Τελικά η ελευθερία της ψυχής είναι μεγαλύτερη ακόμη και από την ζωή του Νου –όπου εστιάζεται η αιωνιότητα. Η μετάβαση της ψυχής στο Εν συνεπάγεται ακόμη και την υπέρβαση του Αιώνος. Επέκεινα του Όντος και εντός του Αιώνος και του Ενός, η ψυχή εγκαθίσταται για μία στιγμή και μόνο. Η υπέρβαση έχει γίνει και η μυστική εμπειρία «δι-αιωνίζεται».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου