«Και πράγματι βρισκόμαστε πάντοτε υπό την απειλή κάποιας αφήγησης, πάντοτε κάτι μας έχουν ήδη πει και πάντοτε κάτι έχουμε ήδη ακούσει»
Ζαν Φρανσουά Λυοτάρ, Instruction paiennes, Gallimard, Paris 1977, 47
Υποτίθεται ότι έχουμε περάσει από την μυθική σκέψη στο Λόγο ήδη, χάρη στους Ίωνες φιλοσόφους του 6ου αι. π.Χ. Αλλά περάσαμε μόνο σε μία ακόμη λογοφιλία, που τυρβάζει περί παντός επιστητού με άφθονο εγωκεντρισμό, εθνοκεντρισμό και στομφώδη εντυπωσιασμό. Μπορεί η ιωνική φιλοσοφία να παρουσίασε μία σειρά από αλήθειες για τον κόσμο, τη φύση και την πραγματικότητα. Όμως αυτό που δεν γίνεται κατανοητό είναι πως όλες αυτές οι αλήθειες είναι αλήθειες μόνο για τον άνθρωπο και για κανέναν άλλο. Για τούτο και ακολούθησε η στροφή της κλασσικής φιλοσοφίας προς τον ιδεαλιστικό ανθρωπισμό. Για ποιο λόγο, όσο βίαια, έντονα και ακαταπόνητα προσπάθησε ο μετα-μοντερνισμός να εξορίσει τον άνθρωπο από το βασίλειο του λόγου, αυτός διαρκώς εισερχόταν από το παράθυρο; Είναι σαν να αναρωτιόμαστε για ποιο λόγο είμαστε άνθρωποι και για ποιο λόγο ενδιαφερόμαστε για ό,τι ενδιαφέρει τον άνθρωπο. Είναι σαν να ρωτάμε τον εαυτό μας γιατί είμαστε άνθρωποι και όχι κάτι άλλο.
Τι άλλο όμως θα μπορούσαμε να είμαστε και, άραγε, οι άνθρωποι της πόλης μεταλλάσσονται ή ήδη μεταλλάχτηκαν – μεθοδεύεται η μετάλλαξή τους – σε κάτι νέο, πρωτόγνωρο και διαφορετικό; Η δύναμη του πρακτικού λόγου, όσο μυθικό χαρακτήρα και εάν έχει, διαμορφώνει τους σημερινούς ανθρώπους, στο βαθμό που διαμόρφωνε τους πρωτόγονους ο δικός τους μυθικός λόγος. Γιατί όμως να διακρίνεται με μία κάθετη διαχωριστική γραμμή ο μυθικός λόγος από τον ψευδο-επιστημονικό αστικό λόγο; Διότι ίσως ο τελευταίος αυτός χρειάστηκε βεβαιότητες, ακλόνητη πειθώ, που να περιβάλλεται τον μανδύα της - έπειτα από τον Διαφωτισμό - ορθολογικής διαχείρισης της κοινωνίας. Σήμερα όμως, όταν διαφάνηκε, π.χ. έπειτα από την κριτική στην ορθολογικότητα του Διαφωτισμού της Σχολής της Φρανκφούρτης, η αυθαιρεσία κάθε εξορθολογίκευσης που τιμωρεί και περιορίζει το ατομικό και συγκεκριμένο, ή μέσα από τους ανθρωπισμούς τύπου Μπερντιάγεφ και Γκαμπριέλ Μαρσέλ, καταδείχτηκε η βαναυσότητα του εξαντικειμενικευμένου λόγου απέναντι στην αξία του προσώπου, πώς να μην ανακύπτει η κριτική προς κάθε ψευδο-λογική επίφαση επιστημονικότητας του ανθρωπιστικού λόγου;
Το ερώτημα για το εάν η κοινωνική ζωή προσδοκά το ιδεώδες του ανθρωπισμού να αποφέρει καρπούς ή το εγκαταλείπει προς χάριν της τεχνικής και της εργαλειοποίησης της γνώσης, αυτό το δείχνει μόνο η ιστορία. Όμως η κοινωνική επαλήθευση της γνώσης, λόγω του ότι υπόκειται και αυτή στην ιστορική μεταλλαγή, καθώς και στην παρείσφρηση της υποκειμενικότητας, δεν αποτελεί σταθερό και αμετάκλητο κριτήριο. Έτσι η ιστορική πραγματικότητα, είτε δεχτεί εκ νέου, είτε εγκαταλείψει το ανθρωπιστικό ιδεώδες, δεν μπορεί παρά να αφήσει να φανεί στο τέλος ότι η γνώση γύρω από τον άνθρωπο μέσα από τις κοινωνικές επιστήμες είναι μία φενάκη. Θα πουν κάποιοι ότι το κυριότερο επιχείρημα κατά της υποτιθέμενης επιστημονικότητας των θεωρητικών επιστημών στηρίζεται στον ιστορισμό. Με άλλα λόγια ολόκληρη η ανθρώπινη γνώση στο βαθμό που μετέχει στην ιστορικότητα δεν μπορεί να στηριχτεί σε τίποτα σταθερό, μόνιμο και καθολικό. Όμως δεν πρόκειται για έναν απόλυτο ιστορισμό, ούτε για μία ακραιφνή σχετικοκρατία. Οι αξίες και οι καθολικοί νόμοι, εάν υπάρχουν, λογικά θα πρέπει να βρίσκονται έξω από τον κόσμο εξαιτίας της συνεχούς φθοράς και διαρκούς αλλαγής του. Αυτό σωστά το τόνισε ο Λούντβιχ Βιτγκενστάιν. Το θέμα είναι ότι η αντι-μεταφυσική αυτή οπτική δεν λαμβάνει υπόψη μία in cognito παρουσία του αιώνιου και του καθολικού μέσα στο φθαρτό κοινωνικό και κοσμικό γίγνεσθαι. Δεν λαμβάνει, επίσης, υπόψη όχι την ταύτιση της φύσης με το θεϊκό, σπινοζικού τύπου, αλλά το γεγονός ότι το θεικό παρουσιάστηκε par excellence εντός της ιστορικότητας, πριν συνεχίσει την αφανή του παρουσία. Με άλλα λόγια, δεν μπορεί να κατανοήσει το μυστήριο της ενανθρώπισης και τη μοναδική συνάντηση θεϊκού και ανθρώπινου στο ιστορικό πρόσωπο του Ιησού.
Τι είναι λοιπόν όλη αυτή η ψεύτικη ανθρωπιστική σοφία που επαίρεται για μία εγκυρότητα που ποτέ δεν είχε; Άρα μιλάμε για μία ακόμη εκμύθευση που ονομάστηκε Λόγος με κεφαλαίο, όταν επρόκειτο για λόγο με μικρό. Λυσιτελής Λόγος δεν υπήρξε εκτός του πεδίου των θετικών επιστημών. Αλλά και αυτός επαληθεύτηκε χάρη στο πείραμα και την τεχνική αποτελεσματικότητά του.
Ζούμε μία ακόμη μυθική εποχή. Οι άνθρωποι που ζουν στις πόλεις, όση πραγματικότητα και εάν μπορούν να αντικρίσουν, βρίσκονται κάποτε πιασμένοι στα δίχτυα της μυθοποιητικής τάσης. Πλάθουν τους μύθους τους με στοχασμό και με όνειρο. Η ανθρωπιστική γνώση καλύπτει τα υποκείμενα που είναι ταυτόχρονα και αντικείμενα με ένα μυθικό περίβλημα. Σχοινοβατεί επικίνδυνα μερικές φορές, ώστε να βρει την ισορροπία και να εκφράσει όσο μπορεί καλύτερα, τελειότερα, πιστότερα, αλλά ποτέ εντελώς αληθινά, το ον που ονομάζεται άνθρωπος. Θα πίστευε κανείς ότι το ακόμη μεγαλύτερο άνοιγμα στη διασπορά και διάδοση της γνώσης που επιτεύχθηκε με τη χρήση των νέων τεχνολογιών, θα προωθούσε και την περισσότερο αποτελεσματική δυνατότητα των επιστημών του ανθρώπου να γνωρίσουν από τι είναι φτιαγμένος ο άνθρωπος. Το μόνο που κατορθώνουν όμως είναι μία μεγαλύτερη εικονική γνώση.
Ό,τι αρθρώνεται δια του λόγου και γίνεται κατανοητό είναι ο λόγος και άρα ενέχει στοιχεία που τον καθιστούν κοινωνίσιμο. Η μυθική σκέψη δεν είναι μόνο η «άγρια σκέψη». Αλλά ακόμη και αυτή η τελευταία, όπως δείχθηκε από τον αείμνηστο Κ. Λ. Στρώς, είναι μία καλά επεξεργασμένη δομή λόγου, που απλώς είναι διαφορετική σε σχέση με ό,τι αυθαίρετα ο δυτικός άνθρωπος ονόμασε λόγο, τον οποίο συσχέτισε με τη λογική. Δεδομένου ότι καμία λογική δεν είναι τόσο γενικά αποδεκτή, ώστε να αφορά όλους και όλα, πού είναι η λογική; Με άλλα λόγια δεν εμφανίστηκε ακόμη ένας κώδικας ή ένα σύστημα λόγου, όπου να παγιώνεται μία μονοσήμαντη, οριστική και τελεσίδικη ερμηνεία του όλου. Αλλά ακόμη και ένα επιμέρους ον, εάν το απομονώσουμε από την πραγματικότητα, έστω κατιτί, ακόμη και για αυτό, ο λόγος και η γλώσσα θα μπορούσαν να πουν άπειρα πράγματα που προκύπτουν από τις άπειρες δυνατότητες του ιστορικού χωροχρόνου. Για να μη μιλήσουμε για την ελάχιστη προβλεψιμότητα και λογικότητα του λόγου που αφορά τα ανθρώπινα και κοινωνικά πράγματα. Δεν χρειάζεται να μιλήσει κανείς για την παντελή αποτυχία κάθε σχολαστικής ή άλλης λογικής άρθρωσης λόγου που να ελέγχει, να νοηματοδοτεί και να εξηγεί πλήρως τον άνθρωπο στην ατομική ή κοινωνική του κατάσταση. Το ότι ο λόγος μπορεί να παράγει θεσμοθετήσεις, εύλογες λύσεις, κοινωνικές δομές και μορφώματα, αυτό δεν του αμφισβητείται. Πρόκειται για κάτι άλλο όμως το να μπορεί να εκφράσει αυτό που πραγματικά είναι και άλλο το να μπορεί να συλλάβει σύνολη την αλήθεια του. Αυτό θα καταργούσε αυτόματα την ίδια την αλήθεια του πραγματικού. Γιατί; Διότι η αλήθεια δεν μπορεί να λάμψει τελείως, να ξεφύγει από τη λήθη, να έρθει στο φως και να σώσει, παρά μόνο – γνωρίζω πως αυτό ακούγεται παράδοξο και αντιφατικό– όταν κρύβεται.
Μέσα από την προσπάθεια απάλειψης ή και εξάλειψης του παράγοντα άνθρωπος στις επιστήμες, η νέα κοινωνική ζωή έδωσε τα πρωτεία σε πολλούς άλλους αντικαταστάτες του. Στη δομή, στην ιστορία, στη γλώσσα, στο σημείο, στο τεχνικό πνεύμα, στη σχέση, στο αναπόδραστο, στην εξουσία, στο μη-όν, στη βεβαιότητα, στην πανουργία του λόγου, στο κέρδος, στην επανάσταση, στην αυτονομία, στην Τέχνη, στη σεξουαλικότητα, στην υπερβολή, στο φανταστικό, στο μέλλον, στο θεμέλιο, στην ιδέα κ.α. Τι πέτυχε; Μία νέα προσπάθεια άρθρωσης λόγου, που, όσο και εάν διατείνεται ότι διεκδικεί την αυθεντικότητα, δεν διαφέρει μέσα από μία ισομορφική αναλογική συσχέτιση με τον λόγο που ίσως εξέφερε ο πρωτόγονος, ο σαμάν ή ο νευρωτικός. Η καύχηση περί την εκφοράς ενός επιστημονικού αψευδούς λόγου στο βαθμό που δεν μεταβαίνει στο επίπεδο της πειραματικής επαλήθευσης, αλλά περιστρέφεται γύρω από τον παράγοντα άνθρωπος, είτε αυτός νοείται ως αντικείμενο είτε ως υποκείμενο των δηλώσεων και των προθέσεων του λόγου αυτού, είναι καταγέλαστη. Γι’ αυτό πρέπει να διακηρυχτεί περίτρανα η απάτη όλων των φιλοσοφιών, καθώς και των ανθρωπιστικών επιστημών, που προτίθενται να περιχαρακώσουν μέσα σε πλαστά όρια μία ουτοπική πεποίθηση επιστημονικότητας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου