Ο P. Hadot, χρησιμοποιώντας ως οδηγητικό νήμα τη ρήση του Ηράκλειτου: «ἡ φύσις κρύπτεσθαι φιλεῖ», αποδύεται στην έρευνα των ποικίλων σημασιών που αυτή η φράση πήρε σε όλη τη διάρκεια της εξέλιξης του Δυτικού πολιτισμού. Πρόκειται ουσιαστικά για μία μελέτη της ιστορίας της έννοιας της φύσης. Από την θεοποιημένη φύση στην ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα και το πέρασμα στην αντί-φύση και υπέρ-φύση, που ο Χριστιανισμός είχε ως ιδεώδες, έως στην χωρίς Θεό φύση των Νεώτερων Χρόνων (17ος -18ος αι., René Descartes, Isaac Newton κ.α.), οδηγηθήκαμε στο σημερινό οικολογικό πρόβλημα. Ο P. Hadot βλέπει μία σταδιακή «αποιεροποίηση» (désacralisation) της φύσης, θεωρώντας ότι στρεφόμενοι στη χαμένη παγανιστική φυσιολατρία μπορούμε να κερδίσουμε πολλά. Είναι σημαντικό να πούμε πως για την περιγραφή όλης αυτής της ιστορίας της ιδέας της φύσης χρησιμοποιεί δύο ελληνικούς όρους. Διακρίνει ως προς τις στάσεις που τηρήθηκαν απέναντι στη φύση δύο κατηγορίες: την προμηθεϊκή και την ορφική. Η πρώτη συνδέεται με την πονηριά και την άσκηση βίας προς τη φύση, αντιμετωπίζοντάς την εχθρικά. Η δεύτερη διαπνέεται από τον σεβασμό απέναντί της. Στην προμηθεϊκή στάση εντάσσεται η προσπάθεια αποκάλυψης των μυστικών δια της μηχανικής, της μαγείας και της πειραματικής μεθόδου, που οδήγησαν στην ανάπτυξη της τεχνικής. Στην ορφική στάση η αποκάλυψη των μυστικών γίνεται δια του λόγου, της ποίησης και της Τέχνης.
Στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου, υποστηρίζεται ότι η αντιμετώπιση της φύσης μέσα από τη μοντέρνα αγωνία, κατέστησε τη σχέση μαζί της συναισθηματική, περισσότερο συγκινησιακή και προπαντός αμφίρροπη, προκαλώντας τρόμο και θαυμασμό, αγωνία και απόλαυση. Αυτό ίσχυε κυρίως για τον 19ον αι., όταν η αποκάλυψη του αγάλματος της Ίσιδας εμπεριείχε ακόμη την τάση της διάνοιξης προς το μυστήριο. Ωστόσο, στον σύγχρονο κόσμο, κατά τον P. Hadot, δεν μιλάμε για το μυστικό της φύσης και έτσι η Ίσιδα έφυγε με το πέπλο της στη χώρα των ονείρων. Επίσης, γίνεται αναφορά στον Martin Heidegger και στη μετάβαση από τα μυστικά της φύσης στο μυστήριο του Είναι, το οποίο καλύπτεται στη λήθη του. Ως κατακλείδα του έργου ο P. Hadot προτείνει, επαναλαμβάνοντας τον Friedrich Hölderlin, να γίνουμε ένα με όλα τα ζωντανά πλάσματα και να ξαναγυρίσουμε, μέσα από μία χαρούμενη λήθη του εγώ, στο Όλον της Φύσης.
Όπως γίνεται φανερό στο έργο του P. Hadot, αναφέρονται πάμπολλοι αρχαίοι, μεσαιωνικοί, μοντέρνοι και σύγχρονοι συγγραφείς, πάντα σε σχέση με τον τρόπο που είδαν και αντιμετώπισαν την ιδέα της φύσης. Θεωρούμε ότι το έργο του Pierre Hadot δεν έχει ανακαλυφτεί από την ελληνική διανόηση και κοινωνία στο βαθμό που θα έπρεπε. Πάντως το αυξανόμενο ενδιαφέρον υπάρχει. Εκτός των άλλων του έργων, μεταφράστηκε και η σημαντική μονογραφία του για τον Πλωτίνο, με τίτλο: Πλωτίνος ή Η απλότητα του βλέμματος (2007). Ας σημειωθεί ότι υπήρξε από το 1964, Directeur d’ Études στην École Pratique des Hautes Études, ενώ το 1991 εξελέγη στο Collège de France. Στο βιβλίο υπάρχουν 18 ιλουστρασιόν φωτογραφίες που σχετίζονται με αναπαραστάσεις της Ίσιδας, ως άγαλμα, εντός πινάκων ζωγραφικής ή ως εξώφυλλα παλιών βιβλίων. Ακόμη στο τέλος υπάρχουν 47 σελίδες σημειώσεων, βιβλιογραφικό σημείωμα και γενικό ευρετήριο συγγραφέων.